Το βράδυ ετούτο το γλυκό, το μυρωμένο βράδυ, που το φεγγάρι, πάμφωτο, στεφάνι έχει τ' άστρα, το στρώμα μου θα αρνηθώ, θα σύρω στο λιβάδι, να κοιμηθώ κατάχαμα με την ψυχή μου στ’ άσπρα… …ντυμένη και περιχαρή για κει οπού πλαγιάζει! Το αεράκι ολόδροσο τα μάγουλα χαϊδεύει, κι όλη του κάμπου η ευωδιά γοργά με αγκαλιάζει, καθώς ο βραδινός αχνός τη σάρκα μου θωπεύει. Και να σου τώρα που μεμιάς ο Έρεβος με παίρνει, ξεβράζοντάς με, με ορμή, στης σκοτεινιάς τα χάη… Με τις φτερούγες ανοιχτές και σαν εσταυρωμένη, το βλέμμα θα 'χω να θωρεί στου αιθέρα τα πελάη. Τα άστρα θε να τα μετρώ, να τα χαζεύω ώρες, ως ξάφνου μι' αστρική βροχή να λούσει το κορμί μου, που όντας αστροστόλιστο απ' τις λαμπρές τις μπόρες, την κλίμακα θε ν’ ανεβεί στο φως του λυτρωτή μου. Ω, ουρανέ, κατάματα κοίτα πώς σε κοιτάω! Δίχως ούτε τα βλέφαρα λεπτό να πεταρίσω. Και νιώθω σε τόσο σιμά, σάμπως και σ' αγρικάω, ωσάν να είμαι δίπλα σου - κι Εσέ να προσκυνήσω! Κι όσο εντός σου χάνομαι τώρα υπνωτ