Πρωτόλεια
ΕΡΩΤΕΣ ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΧΑΜΕΝΟΙ
Τους έρωτές σου χτίζεις σε καράβια
Ξέμπαρκα σε λιμάνια αλλοπαρμένα.
Στου Αρχάγγελσκ και στου Μούρμανσκ
Τις τρικυμίες θαλασσοδέρνουν.
Κι ύστερα
Σ’ ηλιόκρισης βράδια
Κάθεσαι συ και κλαις που δεν κρατάνε
Που πάτο πιάνουνε
Αντί για ξέρα.
Τα δάκρυά σου τώρα τι τα χύνεις.
Πάντα το ήξερες
Πως οι αγάπες
Οι απαρχής χτισμένες
Πάνω σε πάγους που γλιστρούν και σπάνε
Και σε βουλιάζουν μες σε ύδατα κοκαλωμένα
Μέλλον και στέριωμα δεν έχουν.
Μα εσύ ποτέ με λογική τη λογική δεν είδες.
Μόν’ την καρδιά σου άκουγες κι άλλον κανένα.
Κι ας ήξερες πως της προανήγγελλες ήδη τον θάνατο
ακούγοντάς την…
Ξέμπαρκα σε λιμάνια αλλοπαρμένα.
Στου Αρχάγγελσκ και στου Μούρμανσκ
Τις τρικυμίες θαλασσοδέρνουν.
Κι ύστερα
Σ’ ηλιόκρισης βράδια
Κάθεσαι συ και κλαις που δεν κρατάνε
Που πάτο πιάνουνε
Αντί για ξέρα.
Τα δάκρυά σου τώρα τι τα χύνεις.
Πάντα το ήξερες
Πως οι αγάπες
Οι απαρχής χτισμένες
Πάνω σε πάγους που γλιστρούν και σπάνε
Και σε βουλιάζουν μες σε ύδατα κοκαλωμένα
Μέλλον και στέριωμα δεν έχουν.
Μα εσύ ποτέ με λογική τη λογική δεν είδες.
Μόν’ την καρδιά σου άκουγες κι άλλον κανένα.
Κι ας ήξερες πως της προανήγγελλες ήδη τον θάνατο
ακούγοντάς την…
Τα κυνικά καύματα θέρισαν και τα λιγοστά
εναπομείναντα στάχυα, όστρακο
το θέρος που σφάλισε κι εντός του έκρυψε, ωσάν
πέρλα αυτόφωτη και ιριδίζουσα, ολάκερο τον ήλιο
- περίαπτον στον λαιμό κρεμάμενο.
Κι εμείς ντυθήκαμε· την ίδια στιγμή που ξεντύθηκαν τα δέντρα
ρίχνοντας τα φύλλα τους πάνω στο νοτισμένο χώμα, σαν
έτοιμα από καιρό, την εξιλέωση να ενδυθούν μέσω
του επουράνιου ύδατος.
Ευλογημένος όστις την αξιωθεί
την κάθαρση ετούτη
Στέκουν τα δέντρα μες στα ρουμάνια του κόσμου, προβάλλοντας
με σθένος την άχραντη γύμνια τους μπρος στα μάτια τ' ουρανού,
ως αναμένουν στωικά το πρώτο δάκρυσμά του.
Εγώ σαν και τα δέντρα θα ξεγυμνωθώ.
Αντάμα με τα δέντρα, γυμνά αυτά, γυμνή κι εγώ,
θα προσδοκώ
οθόνιο χειμωνικό
να 'ρθει να με σκεπάσει.
ΔΙΟΝΥΣΙΑ
Tο τι κρατάω αγκαλιά δεν λέγεται με λόγια·του κόσμου όλου η εμορφιά σ΄ ένα μπουκέτο ρόδα,
που μέσα τους ένα φιλί κρύβεται στο καθένα,
φιλί για με, φιλί για σε, φιλί για κάθε μέρα
που σ’ αγαπώ παράφορα, κι ο πόνος με σκοτώνει
απ΄ τον δικό σου μισεμό που την καρδιά μου λιώνει.
Φιλί ροδί, τριανταφυλλί εμένα να γλυκάνει
κι εσέ από τα μακριά μες στη δική μου αγκαλιά να φέρει μάνι-μάνι,
μ΄ ένα μονάχα άγγιγμα στα χείλη τα καυτά σου
κι ένα πάνω στα χείλη μου που καίν΄ για τα δικά σου.
Τότε τα ρόδα που κρατώ θα μου χαμογελάσουν
και θα μου πουν με μια φωνή «στον φέραμε κοντά σου»!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου