Dans les jardins du Luxembourg

Οι αγάπες έχασκαν μες στις αλέες
σαν αγάλματα κοκκαλωμένα.
Τα περιστέρια δεν τις πλησίαζαν.
Τα απόδιωχνε η άψυχη κι απόκοσμη εκείνη
τελειότητά τους.
Μονάχα ένα ατίθασο και τολμηρό σίμωσε
την πρώτη που συνάντησε στη χαμηλή του πτήση.
Κι εσένα πώς σε λένε;, τη ρώτησε.
Αγκάθι, του απαντάει.
Το περιστέρι τότε απόρησε:
Μα εγώ δεν βλέπω παρά ένα τριαντάφυλλο!,
κατάπληκτο της μαρτυράει.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τον γιο που δεν έχω

Καλοκαίρι

1974, Το μαύρο καλοκαίρι