Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Σεπτέμβριος, 2020

Μυστικά | Viggo Mortensen

Εικόνα
  VIGGO MORTENSEN ΜΥΣΤΙΚΑ  Οι ωκεανοί παίρνουν μαζί τα μυστικά μας  όλα όσα δεν θέλουμε πια να βλέπουμε ή να μυρίζουμε.  Νιώθουμε ανώνυμοι  νιώθουμε καθαροί  όταν το παρελθόν απεκδυθούμε.  Θα ξεπλυθεί, νομίζουμε.  Θα βουλιάξει  θα απομακρυνθεί απ’ την ακτή.  Θα γίνει άφαντο.  Ίσως τα ψάρια χορτάσουν με τα λόγια μας  ίσως οι χαμένοι κι ανεκπλήρωτοι έρωτες  γίνουνε λίπασμα για τα χνουδωτά πρασινωπά πλάσματα του βυθού. Μετάφραση: Νικολέττα Σίμωνος

Στη θάλασσα του Νικολά

Εικόνα
Marine, Antibes (1955),  Nicolas de Staël  (French/Russian, 1914–1955) Η υποψία της χολής μαυρίζει χώματα και τρώει. Παιδί που δεν είσαι κανείς. Κι είσαι τα πάντα με το γέλιο της ψυχής σου. Σου το ΄χουν κλέψει για, μα κάτι τύποι σα κι εμέ το βλέπουν στη μορφή σου. Έλα να σε φιλέψω, βρε γιαβρί, να φάμε κι άσπρο πάτο δεκαράκι. Τσιγάρο άφιλτρο τα ξημερώματα εσύ και κάτι ξίδια σου για να ξεχάσεις. Κι εγώ με ζάναξ, να νομίζω πως κοιμάμαι κι όλα ντάξει στη ζωή. Μη μου χτενίζεις τα μαλλιά, γλυκό μου, να χαρείς. Τα δάχτυλά σου μπλέξε μέσα κει και κάνε μασαζάκι. Κι εγώ στον τοίχο απέναντι τον μπλε του Νικολά ντε Σταλ θα ζωγραφίσω κύματα λευκά. Έλα να πιάσουμε μαζί να ρίχνουμε μες στο νερό τα βοτσαλάκια. Μα το θεό, πόσο ωραία τα περνάμε στο σαλόνι. Να 'ρχεσαι, βρε γιαβρί. Κάποια άλλη μέρα στη θάλασσα του Νικολά να κολυμπήσουμε όπως μας γέννησε η μάνα μας παρέα. Παιδί που δεν είσαι κανείς. Κι όμως τα πάντα είσαι με το γέλιο της ψυχής σου. Α' δημοσίευση:  Μονόκλ

Καιόμενη βάτος

Έχω ξεχάσει πώς είναι να γράφει κανείς για πρωϊνά με καφέ και βουτήματα Έχω ξεχάσει πώς είναι να γράφει κανείς για έρωτες που στον αφρό απάνω του κύματος θάλλουν για ηλιοβασιλέματα αγκαλιά για τo καθηλωτικό βιβλίο που μόλις διάβασα για τους πανσέδες π’ ανθίζουν στο μπαλκόνι για τα φύλλα που ανοίγουν της καρδιάς για τα γινωμένα σύκα και το ζεστό ψωμί το πουπουλένιο πάπλωμα το ζουμερό φιλί σου Έχω ξεχάσει πώς είναι να γράφει κανείς για όλα τούτα Συνήθισε η πένα να μαζεύει τα κομμάτια από την άσφαλτο τη διαμελισμένη σάρκα από το βομβαρδισμένο τοπίο το αίμα που από τους πόρους ξεχειλίζει του ασθενή Να πίνει βρώμικο νερό Να πνίγεται στη θάλασσα είτε μονάχα με μια τόση δα γουλιά του Πεινά η πένα μου πεινά και δεν έχει να φάει Κι άλλοτε και του πουλιού έχει το γάλα μα δεν μπορεί μήτε το σάλιο της να καταπιεί Κι όταν έχει φωνή δεν έχει τίποτα να πει Κι άλλοτε έχει τόσα και τόσα να σας πει μα ούτε κιχ δεν δύναται να βγάλει                                                      – η πένα μου! Η πέ

Le vent nous portera

Μπλέκονται τα χέρια μας τα δάχτυλά μας  μπλέκονται τα βλέμματά μας  της καρδιάς μας οι παλμοί  σ' αγαπώ σ' αγαπάς κι εσύ  μ' αγαπάς μ' αγαπώ κι εγώ  του Μοντρεάλ ο ουρανός αδειάζει από σύννεφα  κενός  κι εμείς στις κούνιες σαν παιδιά  μια δυο  ξανά μια δυο  και ωπ  πού πάμε ωπ  ψηλά ψηλά στον ουρανό...! Ημερολόγιο | 09.05.20