Προαναγγελθείς θάνατος | Kofi Awoonor
![]() |
KOFI AWOONOR (1935-2013) |
ΚΟΦΙ ΑΒΟΥΝΟΡ
ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΘΕΙΣ ΘΑΝΑΤΟΣ
Κάποτε, ο πόνος και η θλίψη επιστρέφουν
κυρίως τη νύχτα.
Θα θρηνήσω ξανά και ξανά αύριο
για τη μνήμη ενός θανάτου προαναγγελθέντος.
Θα θρηνήσω ξανά αύριο
θα διαλέξω ένα λουλούδι από τον κήπο
θα ακούσω τα πουλιά πάνω στο δέντρο.
Θα θρηνήσω ξανά αύριο
για έναν πόνο που μεγαλώνει
έναν πόνο της μοναξιάς μου φίλο
σ’ ένα κρεβάτι άδειο από καιρό, από επιλογή·
θρηνώ ξανά αυτός ο θρήνος
αμνημόνευτος για
τούτο τον πόνο
τούτο το βάρος κάτω από το οποίο τυλίγομαι και πενθώ
Χθες να πάω δεν μπόρεσα
για το υποχρεωτικό περπάτημά μου,
έτσι την ώρα ξόδεψα
για να θυμηθώ τα μονοπάτια, τα δέντρα
τα πουλιά, το περιστασιακό γρύλισμα του σκύλου
τα καφετιά πρόβατα σ’ έναν παγιδευμένο κάμπο
το νανούλικο δέντρο μάνγκο φορτωμένο καρπούς
τα αρειανά φοινικόδεντρα ψηλόλιγνα και ευθυτενή
τα πεύκα φρουροί να λικνίζονται
σ’ ένα απόμακρο χωράφι.
Πιστεύω στην πιθανότητα της ελευθερίας
στον ερχομό των μελισσών το θέρος
στους ήπιους χειμώνες και στους τυφώνες τους μαινόμενους·
πιστεύω στην άφιξη των αμερικανικών σιφώνων
πριν πάω για κυνήγι
σε κείνο το νησί της νιότης
όπου μύριζα τη βαριά οσμή
της άγριας φραγκόκοτας
κι αφουγκραζόμουν το χαχανητό για το παιδί της
στο φως της αυγής μια μέρα του Απρίλη.
Πιστεύω στην ελπίδα και στο μέλλον
της ελπίδας, στη νίκη πριν τον θάνατο
συλλογική, ανυποχώρητη, επιβεβλημένη·
στην αέναη προσδοκία της αγάπης έστω κι αν το κρεβάτι είναι αδειανό, στην ευτυχία του παιδιού
έστω κι αν είναι φτωχικό το γεύμα.
Πιστεύω στο φως και τη μέρα
πέρα από τον τάφο μακριά από τη μοναξιά της μήτρας, και τη δύναμη την υπερφυσική,
στον ερχομό των φρούτων
στον ριγωτό σολομό και στο καβούρι το στραβοκάνικο·
πιστεύω στους ανθρώπους και τους θεούς
στο πνεύμα και την ουσία, στον θάνατο και την ανάσταση
στης Επαγγελίας τη γιορτή και τη διάψευση
στους ήρωές μας και το έθνος στη σοφία των ανθρώπων
στη βεβαιότητα της νίκης
στην εγκυρότητα της μάχης.
Πέρα από τους κάμπους και την κραυγή
της νιότης, πέρα από τα πεύκα
και τα δέντρα μάνγκο τα ροζιάρικα
που θυμίζουν τα χρόνια μου τα παιδικά μα και τα προ της γέννησής μου,
κατακλύζομαι από ένα όραμα
σαν οπτασία φολιδωτή
να περπατά με βήμα βαρύ πάνω στον τοίχο
βγάζοντας ένα κολοσσιαίο μουγκρητό.
Το όνομά του είναι αγών.
Είναι ο σύντροφός μου κι ο αδελφός
οικείος, λαβωμένος, επείγων
και παντοτινός.
Δε θα θρηνήσω ξανά αύριο.
Δε θα θρηνήσω ξανά.
Επίμετρο:
Κάποτε, ο πόνος και η θλίψη επιστρέφουν
κυρίως τη νύχτα.
Θα θρηνήσω ξανά και ξανά αύριο
για τη μνήμη ενός θανάτου προαναγγελθέντος.
Θα θρηνήσω ξανά αύριο
θα διαλέξω ένα λουλούδι από τον κήπο
θα ακούσω τα πουλιά πάνω στο δέντρο.
Θα θρηνήσω ξανά αύριο
για έναν πόνο που μεγαλώνει
έναν πόνο της μοναξιάς μου φίλο
σ’ ένα κρεβάτι άδειο από καιρό, από επιλογή·
θρηνώ ξανά αυτός ο θρήνος
αμνημόνευτος για
τούτο τον πόνο
τούτο το βάρος κάτω από το οποίο τυλίγομαι και πενθώ
Χθες να πάω δεν μπόρεσα
για το υποχρεωτικό περπάτημά μου,
έτσι την ώρα ξόδεψα
για να θυμηθώ τα μονοπάτια, τα δέντρα
τα πουλιά, το περιστασιακό γρύλισμα του σκύλου
τα καφετιά πρόβατα σ’ έναν παγιδευμένο κάμπο
το νανούλικο δέντρο μάνγκο φορτωμένο καρπούς
τα αρειανά φοινικόδεντρα ψηλόλιγνα και ευθυτενή
τα πεύκα φρουροί να λικνίζονται
σ’ ένα απόμακρο χωράφι.
Πιστεύω στην πιθανότητα της ελευθερίας
στον ερχομό των μελισσών το θέρος
στους ήπιους χειμώνες και στους τυφώνες τους μαινόμενους·
πιστεύω στην άφιξη των αμερικανικών σιφώνων
πριν πάω για κυνήγι
σε κείνο το νησί της νιότης
όπου μύριζα τη βαριά οσμή
της άγριας φραγκόκοτας
κι αφουγκραζόμουν το χαχανητό για το παιδί της
στο φως της αυγής μια μέρα του Απρίλη.
Πιστεύω στην ελπίδα και στο μέλλον
της ελπίδας, στη νίκη πριν τον θάνατο
συλλογική, ανυποχώρητη, επιβεβλημένη·
στην αέναη προσδοκία της αγάπης έστω κι αν το κρεβάτι είναι αδειανό, στην ευτυχία του παιδιού
έστω κι αν είναι φτωχικό το γεύμα.
Πιστεύω στο φως και τη μέρα
πέρα από τον τάφο μακριά από τη μοναξιά της μήτρας, και τη δύναμη την υπερφυσική,
στον ερχομό των φρούτων
στον ριγωτό σολομό και στο καβούρι το στραβοκάνικο·
πιστεύω στους ανθρώπους και τους θεούς
στο πνεύμα και την ουσία, στον θάνατο και την ανάσταση
στης Επαγγελίας τη γιορτή και τη διάψευση
στους ήρωές μας και το έθνος στη σοφία των ανθρώπων
στη βεβαιότητα της νίκης
στην εγκυρότητα της μάχης.
Πέρα από τους κάμπους και την κραυγή
της νιότης, πέρα από τα πεύκα
και τα δέντρα μάνγκο τα ροζιάρικα
που θυμίζουν τα χρόνια μου τα παιδικά μα και τα προ της γέννησής μου,
κατακλύζομαι από ένα όραμα
σαν οπτασία φολιδωτή
να περπατά με βήμα βαρύ πάνω στον τοίχο
βγάζοντας ένα κολοσσιαίο μουγκρητό.
Το όνομά του είναι αγών.
Είναι ο σύντροφός μου κι ο αδελφός
οικείος, λαβωμένος, επείγων
και παντοτινός.
Δε θα θρηνήσω ξανά αύριο.
Δε θα θρηνήσω ξανά.
Από τη συλλογή The Promise of Hope: New and Selected Poems, 1964-2013 (2014)
Επίμετρο:
Ο Κόφι Αβουνόρ (George Kofi Nyidevu Awoonor-Williams, 1935-2013) ήταν γκανέζος ποιητής, συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας, ακαδημαϊκός, πολιτικός και διπλωμάτης. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στα θύματα της τρομοκρατικής επίθεσης της 21ης Σεπτεμβρίου 2013, στο Westgate Shopping Mall, στο Ναϊρόμπι της Κένυας. Σπούδασε λογοτεχνία στην Γκάνα, στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ. Το 1975, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο εξωτερικό, επέστρεψε στη χώρα του όπου ανέλαβε το Τμήμα Αγγλικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Cape Coast. Επί δικτατορίας, φυλακίζεται χωρίς δίκη για ένα χρόνο, ενώ μετά την αποφυλάκισή του αποφασίζει να ασχοληθεί ενεργά με την πολιτική. Τη δεκαετία του ’80, διετέλεσε πρεσβευτής της Γκάνας στη Βραζιλία και την Κούβα, ενώ από το 1990 μέχρι το 1994 διετέλεσε Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Γκάνας στα Ηνωμένα Έθνη και τέθηκε επικεφαλής της επιτροπής των Η.Ε. κατά του απαρτχάιντ.
H πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Rediscovery (1964) κυκλοφόρησε στα φοιτητικά του χρόνια, με έντονη επίδραση από την προφορική ποιητική παράδοση της Αφρικής – κάτι που χαρακτηρίζει, άλλωστε, και όλο του το έργο. Η ποίησή του αποτελεί συγκερασμό της ποιητικής παράδοσης της φυλής του (Ewe) και του σύγχρονου και θρησκευτικού συμβολισμού, σε μια προσπάθεια αποκρυπτογράφησης της Αφρικής κατά την περίοδο της αποαποικιοποίησης. Επικρατεί η άποψη πως πολλά από τα ποιήματά του γράφτηκαν υπό το όραμα του θανάτου του. Πρόκειται για έναν ξεχωριστό ποιητή και έναν ιδιαίτερα καλλιεργημένο και χαρισματικό άνθρωπο, που έδωσε πραγματική μάχη ώστε να πετύχει την ενσωμάτωση στην ποίησή του της ιδιαίτερής του καταγωγής. Πίστευε πως ο πολιτισμός στην ολότητά του βρισκόταν σε εντροπία, και ο θρήνος του γι’ αυτόν (πόσο μάλλον και για τη δική του θνητότητα), εκδηλωνόταν στο ποιητικό έργο του σαν να επρόκειτο για το δικό του τέλος. Παράλληλα, επέκρινε εκείνο που ο ίδιος θεωρούσε ως το παρηκμασμένο φάσμα των δυτικών επιρροών (σε θρησκευτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο) στην ιστορία των αφρικανικών λαών γενικότερα. Κατέκρινε, δε, με αυστηρότητα τον απερίσκεπτο ενθουσιασμό με τον οποίο οι λαοί της αφρικανικής ηπείρου ασπάζονταν τις επιρροές αυτές, οι οποίες σταδιακά τους οδηγούσαν στον ξεπεσμό· έναν ξεπεσμό που εκτεινόταν πολύ πιο πέρα από την απώλεια της πολιτισμικής ταυτότητάς τους. Ο Αβουνόρ διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο στην ανάπτυξη του θεάτρου και του κινηματογράφου στη χώρα του, ενώ στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, πολιτικά δοκίμια, κριτικές λογοτεχνίας και αρκετές ποιητικές συλλογές.
Μετάφραση + Επίμετρο: Νικολέττα Σίμωνος
Α' δημοσίευση: Το Κόσκινο
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου