Το σούρουπο, όταν μου μιλά
βραδιάζει πέφτει
το κόκκινο μπλαβίζει της πασχαλίτσας
βαραίνει τα ματόκλαδα της γης
της λάμπας το κιτρινισμένο φως
χλομιάζει τα πρόσωπα
σ' έναν κόσμο δίχως ζωντανούς
δίχως αθώους
ψες ένα όνειρο έβλεπα:
πως η γέννα ήταν ο θάνατος
κι ο θάνατος η γέννα
γιατί αν τώρα είν' η ζωή κι όχι ο θάνατος
πού είναι τότε οι ζωντανοί;
πού οι αθώοι;
τους λυτρωμένους ψάχνω μα δε βρίσκω.
το σούρουπο
το κόκκινο μπλαβίζει της πασχαλίτσας
βαραίνει τα ματόκλαδα της γης
της λάμπας το κιτρινισμένο φως
χλομιάζει τα πρόσωπα
σ' έναν κόσμο δίχως ζωντανούς
δίχως αθώους
ψες ένα όνειρο έβλεπα:
πως η γέννα ήταν ο θάνατος
κι ο θάνατος η γέννα
γιατί αν τώρα είν' η ζωή κι όχι ο θάνατος
πού είναι τότε οι ζωντανοί;
πού οι αθώοι;
τους λυτρωμένους ψάχνω μα δε βρίσκω.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου