Ο πηδαλιούχος του βυθού
Canopus taken from ISS, in March 2003. NASA. (Πηγή φωτό) |
τις μέρες τούτες λάμπουν σ’ οθόνες και
σ’ εξώφυλλα πόλεις αρχαίες ελληνικές
αριστουργήματα γλυπτά αγάλματα θεών
και βασιλιάδων μνημεία στήλες και ερείπια ιερών
Ηράκλειον ή Θώνις και Κάνωπος ή Κάνωβος
Ω βυθισμένες πόλεις
Ω ξεχασμένες εσείς πόλεις
Σβησμένες εσείς πόλεις από ανθρώπου μνημονικό
Μονάχα ο Όσιρις εσάς ακόμα συλλογιέται
λατρείας του ω χώροι ιεροί
Μα και ο Νίκανδρος στης ποίησής του τις χορδές
και εις στο λύχνο της φιλοσοφίας του ο Σενέκας
Άλλος κανείς
Κανείς μήτε τον Κάνωπο θυμάται
που 'χε στην Κάνωπο ταφεί χιλιάδες χρόνια
πριν στα τρίσβαθα κατέβηκα μ' αρχαίο οξυγόνο
και με τα δυο μου χέρια έπνιξα
το φίδι που σε σκότωσε
στην άμμο Κάνωπε στο μούχρωμα εβγήκε ο λυγμός
Και ποιος άραγε σήμερα εσένα να θυμάται
του Μενελάου γενναίο πηδαλιούχο εξ Αμυκλών
Μόνον ο έκλαμπρος αστέρας που 'χει πάρει τ' όνομά σου
κι η πόλη που την βάπτισε το σκήνωμά σου
για να καταποντίσει κι εσένα ύστερα μαζί
στην κολυμβήθρα μες
στα τρίσβαθα του νάματος του Νείλου
Ήσουν δεινός της θάλασσας κατακτητής
Του Μενελάου το πλοίο έσωσες στην πόλη ετούτη
κι οι σύντροφοί σου στις Πηνελόπες γύρισαν
σώοι και αβλαβείς
σώοι και αβλαβείς κι οι βασιλείς σου
Μόνον εσύ εν τέλει φύτρωσες εκεί
κούρε ωραίε και περιζήτητε
σωτήρα κι ήρωα Ατρειδών
Ω Κάνωπε που έσωσες τον βασιλιά
και τη βασίλισσά σου
ω Κάνωπε που βάπτισες μια πόλη ιστορική
ω Κάνωπε υπεργιγάντιος που γίνηκες αστήρ
πώς γίνεται να έχεις έτσι ξεχαστεί
Άραγε τώρα που 'ρθανε στο φως οι βυθισμένες πόλεις
–ψάρια φύκια μες στα χαλάσματα ναών ιερογλυφικών–
να γίνει αφορμή να σε γνωρίσει πάλι όλ' η γης
κι όχι της Ιλιάδας και της Οδύσσειας οι αναγνώστες μόνοι
που μόλις κλείσουν το βιβλίο δεν είσαι πια κανείς
Κρίμα ωϊμέ ω Κάνωπε τρανέ
Ίσως τώρα κανείς να μην σε ενθυμείται
μ' άφησες ανεξίτηλο το χνάρι
αέναο αποτύπωμα σε σύμπαν και σε γη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου